Aστυνομικά νέα
Λάρνακα: Δικαστική «καμπάνα» σε παράνομο μετανάστη – Έφερε Κύπρο 98 άτομα
Πηγή: ΚΥΠΕ

Με μια εκτενή και ιδιαίτερα αναλυτική απόφαση, το Ανώτατο Δικαστήριο απέρριψε την έφεση ενός άνδρα, ο οποίος είχε καταδικαστεί από το Κακουργιοδικείο Λάρνακας σε ποινή φυλάκισης τριών ετών για το αδίκημα της παρουσίας του στα χωρικά ύδατα της Κυπριακής Δημοκρατίας ως απαγορευμένος μετανάστης. Το Δικαστήριο έκρινε ότι η ποινή, αν και αυστηρή, δεν υπερέβη τα όρια που θέτει η νομολογία και δεν δικαιολογεί δικαστική παρέμβαση.
Ο εφεσείων είχε εντοπιστεί στις 26 Φεβρουαρίου 2024 σε ξύλινη βάρκα με 99 άτομα, η οποία κινείτο νότια της Λάρνακας και παρουσίαζε μηχανική βλάβη. Το σκάφος κρίθηκε μη ρυμουλκήσιμο, με τις αστυνομικές δυνάμεις να επιχειρούν τη διάσωση των επιβαινόντων. Όλοι ταξίδευαν χωρίς τα απαιτούμενα έγγραφα. Όπως σημείωσε το Κακουργιοδικείο στο πραγματικό υπόβαθρο της υπόθεσης, «ο κατηγορούμενος εισήλθε στα χωρικά ύδατα της Δημοκρατίας χωρίς να κατέχει σχετική άδεια».
Παρότι αντιμετώπιζε συνολικά οκτώ κατηγορίες –μεταξύ των οποίων και σοβαρά αδικήματα υποβοήθησης παράτυπης εισόδου– ο εφεσείων αθωώθηκε για όλες πλην μίας. Η τριετής ποινή αφορούσε αποκλειστικά την ιδιότητά του ως απαγορευμένου μετανάστη που εντοπίστηκε εντός της επικράτειας.
Στο Ανώτατο, η υπεράσπιση προβλήθηκε με οκτώ λόγους έφεσης, αμφισβητώντας την αυστηρότητα της ποινής και υποστηρίζοντας παραλείψεις ή σφάλματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου. Στον πυρήνα των ισχυρισμών ήταν το επιχείρημα ότι ο εφεσείων δεν έπραξε κάτι περισσότερο από τους υπόλοιπους επιβαίνοντες –οι οποίοι δεν διώχθηκαν– και ότι η αρχή της ίσης μεταχείρισης επιβαλλόταν να οδηγήσει σε ηπιότερη τιμώρηση.
Το Ανώτατο, ωστόσο, ήταν σαφές: το Κακουργιοδικείο είχε εξετάσει διεξοδικά το ζήτημα της ισότητας και είχε λάβει υπόψη του τη μη δίωξη των υπόλοιπων 98 επιβατών, χρησιμοποιώντας αυτή την παράμετρο ως μετριαστικό στοιχείο. Από τα πρακτικά, μάλιστα, προέκυπτε ότι η πρωτόδικη κρίση αναγνώρισε το λευκό ποινικό μητρώο του εφεσείοντα, τα προσωπικά του δεδομένα και τις οικογενειακές του περιστάσεις.
Στο επίκεντρο της ανάλυσης του Ανωτάτου τέθηκε και η γενική κατεύθυνση της νομολογίας για τα αδικήματα παράνομης μετανάστευσης. Υπενθυμίζοντας τις αποφάσεις Tabrizi, Nazari, Deveci και άλλες, το Δικαστήριο τόνισε την «ανάγκη για αυστηρή αντιμετώπιση» λόγω της συχνότητας με την οποία τέτοιες υποθέσεις φτάνουν ενώπιον των κυπριακών δικαστηρίων. Σημειώθηκε ότι ο νόμος, μετά την τροποποίηση του 2021, προβλέπει μέχρι και 10 χρόνια φυλάκιση ή πρόστιμο έως €50.000 για το συγκεκριμένο αδίκημα, στοιχείο που αντανακλά την αυξημένη σοβαρότητα που επιθυμεί να προσδώσει ο νομοθέτης.
Στο σκεπτικό της απόφασης, το Ανώτατο παραθέτει χαρακτηριστικά αποσπάσματα από προηγούμενες κρίσεις, υπενθυμίζοντας ότι ο ρόλος του δεν είναι να καθορίζει πρωτογενώς την ποινή, αλλά να εξετάζει αν αυτή «είναι έκδηλα υπερβολική ή ανεπαρκής» ή αν υπήρξε «σφάλμα αρχής». Καμία τέτοια περίπτωση δεν εντοπίστηκε.
Αντίστοιχα, απορρίφθηκαν και οι λόγοι έφεσης που αφορούσαν τη μη παραδοχή του εφεσείοντα, τις αναφορές στο Πρωτόκολλο κατά του λαθρεμπορίου μεταναστών ή τη δήθεν παράλειψη του Κακουργιοδικείου να αξιολογήσει την κατάσταση της υγείας του κατηγορουμένου. Το Ανώτατο σημείωσε ότι οι σχετικοί ισχυρισμοί είτε παρερμηνεύουν το πεδίο εφαρμογής των διεθνών συμβάσεων είτε έχουν ήδη ληφθεί υπ’ όψιν από το πρωτόδικο Δικαστήριο.
Ειδική μνεία έγινε και στην απόφαση YOUSOR v. Δημοκρατίας, την οποία επικαλέστηκε ο εφεσείων. Το Ανώτατο διευκρίνισε ότι η υπόθεση εκείνη διαφοροποιείται ουσιωδώς, διότι αφορούσε συγκατηγορούμενο με διαφορετική βαρύτητα ρόλου. Δεν υφίστατο, επομένως, βάση για σύγκριση.
Καταλήγοντας, το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι η τριετής ποινή, αν και αυστηρή, βρίσκεται σαφώς εντός των ορίων που επιτρέπουν οι αρχές της νομολογίας και συνάδει με την ανάγκη γενικής πρόληψης. «Δεν εντοπίζουμε σφάλμα αρχής ούτε πεδίο επέμβασης», σημειώνεται χαρακτηριστικά. Με αυτή τη διαπίστωση, η έφεση απορρίπτεται στο σύνολό της και η πρωτόδικη απόφαση επικυρώνεται.

01/12/2025