Γενικά

Ο Χαμπής o Αγιογράφος

Όνομα Χαράλαμπος Δημητρίου Χρυσοστόμου, γεννημένος στους Τρούλλους στις 10 Φεβρουαρίου 1954. Υιός της Άννας και του Δημήτρη. Ένας από τα οκτώ παιθκιά μιας φτωχής οικογένειας όπου σε ηλικία μόλις 5 χρονών μετακόμισαν στα Λιβάδια και μεταγενέστερα στην Σκάλα, σε τζαιρούς που τα λεφτά εφκαίναν δύσκολα. Σε μικρή ηλικία αναγκάστηκε τζαι ο ίδιος να φκει στην βιοπάλη αφού έχασεν τον παπά του σε νεαρή ηλικία και χρειαζόταν και αυτός να βοηθήσει στο να έχει η οικογένεια του λλίον φαΐν πάστο τραπέζι. Έκτοτε δεν σταμάτησε να δουλεύκει. Ένας άνθρωπος απλός, με καρδιά ευγενική, γεμάτη αγάπη για την γυναίκα του τζαι τες τέσσερις του κόρες που πάντα πίστευε στο Θεό και στο θέλημά του.

 

 

Οι δυσκολίες που έζησε ήταν πολλές. Παρόλο που είχε καλλιτεχνική φλέβα δεν το καλλιέργησε ποττέ λόγω των καταστάσεων· πολλή δουλειά για να μπόρει να συντηρήσει την οικογένεια του. Όταν ήταν κάτω των 30 είχε ένα εργατικό ατύχημα τζαι τούτο εδυσκόλεψε περισσότερο τα πράματα για τον ίδιο μιας και δεν μπόρεσε να τελιώσει ποττέ το σχολείο τζαι οι μόνες δουλειές που εμπορούσε να κάμει ήταν χειρονακτικές. Η βαθιά του πίστη στον Θεό και στους Αγίους εστάθηκε αρωγός για να ξεπεράσει τις δυσκολίες του. Δεν αποθαρρύνθηκε, είναι περήφανος άνθρωπος και ήθελε πάντα να μπόρει να παρέχει για την οικογένεια του. Πολυμήχανος δεν σταμάτησε ποτέ να σκέφτεται τρόπους και έβρισκε πάντα δουλειές να μπόρει ο ίδιος να κάνει παρά τις δυσκολίες που αντιμετώπισε και τις εγχειρήσεις που χρειάστηκε να κάμει μετά το ατύχημα. Ένας άνθρωπος απλός, πάντα χαμογελαστός και ταπεινός, πρόθυμος πάντα να βοηθήσει.

Ένας άνθρωπος που αγαπά τον τόπο του. Πάντα ασχολείτουν με φιλανθρωπίες και τον εθελοντισμό. Ίδρυσε το Πρώτο Κλιμάκιο Αιμοληψίας στα Λιβάδια, με δράση από το 1979 μέχρι και σήμερα, και είναι Εθελοντής Αιμολήπτης σε όλη την επαρχία Λάρνακας. Πρόθυμος να βοηθήσει τον συνάνθρωπο του σε ώρα ανάγκης. Έχει τιμηθεί για την μεγάλη και πολύπλευρη προσφορά του στην Αιμοδοσία πολλές φορές και από πολλούς οργανισμούς.

 

Τα χρόνια επέρασαν, οι κόρες του εμεγάλωσαν, επαντρεύτηκαν, εσπούδασαν, εχαρίσαν του και εγγόνια. Ο ίδιος πάντα ήθελε να ασχοληθεί με κάτι καλλιτεχνικό. Αν και δεν τα κατάφερε σε πιο νεαρή ηλικία πάντα επίστεφκε ότι ποτέ δεν είναι αργά. Οι δύο του οι κόρες οι πιο μικρές είχαν σπουδάσει τέχνες, κάτι που ήθελε και ο ίδιος αλλά δεν είχε την ευκαιρία και πάλεψε σκληρά για να την δώσει στις κόρες του. Όταν η τρίτη του κόρη άνοιξε το δικό της εργαστήρι ζωγραφικής και ο ίδιος ήταν σχεδόν συνταξιούχος και είχε λιγότερες υποχρεώσεις ήβρε τον χρόνο να δοκιμάσει την ζωγραφική. Του άρεσε τόσο πολλά που όπου τον έχαννες όπου τον έβρησκες ήταν μέσα στο εργαστήρι τζαι εζωγράφιζε…..ήταν αποθημένο πολλών χρόνων!

Πάντα τον συνέπαιρνε η τέχνη της Αγιογραφίας και αποφάσισε να γραφτεί στο μάθημα στα επιμορφωτικά με δάσκαλο τον Παναγιώτη Παναγή. Με την βοήθεια του Παναγιώτη απόκτησε γνώσεις για τον τρόπο που δουλεύεται η Αγιογραφία και σιγά σιγά απόκτησε πείρα και τεχνογνωσία. Δημιούργησε ένα δικό του στυλ, μια δική του υπογραφή και οι εικόνες του είναι μοναδικές. Η κάθε του πινελιά εξιστορεί την αγάπη του για την ζωή, την οικογένεια και την πίστη του στον Θεό. Ζωγραφίζει με το αριστερό του χέρι πράγμα δύσκολο για τον ίδιο μιας και στην πραγματικότητα είναι δεξιόχειρας (μετά το εργατικό του ατύχημα δεν μπορούσε να χρησιμοποιήσει το δεξί του χέρι).

Παρόλα αυτά δεν πτοήθηκε, η αγάπη που είχε για την τέχνη τον βοήθησαν να ξεπεράσει τις δυσκολίες.

 

 

Τα τελευταία τρία χρόνια ζωγράφιζε εικόνες αστάματητα και ήθελε να κάνει μια ατομική έκθεση, όμως το 2020 ήρθε ο κορωνοϊός στην ζωή μας και η μοίρα έμελλε να του παίξει ένα σκληρό παιχνίδι. Κόλλησε τον ιό αρχές του Δεκέμβρη και λίγο πριν τα Χριστούγεννα μπήκε στο νοσοκομείο ζωντανός νεκρός. Οι γιατροί του έδιναν 20% πιθανότητες να το ξεπεράσει. Η οικογένεια, φίλοι, συγγενείς και συγχωριανοί του προσεύχονταν καθημερινά και έλεγαν συνεχώς εννά τον προσέχουν οι Αγίοι του που εζωγράφιζεν. Πέρασε 16 μέρες στον αναπνευστήρα τζαι όπως ο ίδιος λέει εζούσε ένα μόνιμο εφιάλτη. Για 16 μέρες έβλεπε τον σατανά να του σκοτώνει ένα ένα τα μέλη της οικογένειας του, τους φίλους και συγγενείς του τζαι ο ίδιος όποτε έν άντεχε τον αβάσταχτο πόνο έλεε «Παναγία μου τζαι βοήθα με».

Τότε ξαφνικά εβρέθετουν σε ένα μικρό εκκλησάκι σε μια σπηλιά κάτω που τον Προφήτη Ηλία στην Ορόκλινη και εκεί εγαλήνευε η ψυχή του για λλίο. Το ίδιο διάστημα η γυναίκα του εκατέβηκε κάτω στο εργαστήρι του να ελέγξει τον χώρο και επαρατήρησε ότι είχε μια εικόνα ατέλειωτη. Ήταν η εικόνα που άφησε στην μέση μόλις αρρώστησε, η εικόνα της Αγίας Αικατερίνης.

 

Μόλις εξύπνησε, εξιστόρισε στην γυναίκα του τον εφιάλτη που εζούσε όντας σε καταστολή και για την εκκλησία που εβρέθετουν όταν δεν το άντεχε. Ήταν πεπεισμένος ότι είχε ξαναπάει εκεί. Ο χώρος του ήταν πολύ οικείος (εν τέλει δεν είχε ξαναπάει και ούτε γνώριζε για την ύπαρξη αυτής της εκκλησίας). Η γυναίκα του με τις κόρες του έψαξαν και βρήκαν το ξωκλήσι και με έκπληξη αντιλήφθηκαν ότι το ξωκλήσι ήταν της Αγίας Αικατερίνης. Για τον ίδιο ήταν σημάδι ότι η αγάπη και η βαθιά πίστη του τον βοήθησαν να ξεπεράσει και αυτόν το γολγοθά. Όταν βγήκε από το νοσοκομείο εξέφρασε την επιθυμία να διοργανώσει επιτέλους την πρώτη του ατομική έκθεση και μέρος των εσόδων θέλει να το διαθέσει στο Πνευματικό Κέντρο του Ιερού Ναού Αγίας Παρασκευής στα Λιβάδια. Με τον δικό του τρόπο θέλει να δώσει πίσω την Αγάπη που εισέπραξε από τον Θεό και τους Αγίους για για ένα καλό σκοπό.

Σχετικά νέα

X
Translate »