CoronaVirus

Κορωνοϊός: Παραμένουμε σε κρίσιμα επίπεδα

Το ποσοστό θετικότητας, (αριθμός κρουσμάτων σε σχέση με τις εξετάσεις που διενεργούνται), παραμένει ψηλό, «παρά τη μείωση που καταγράφεται τις τελευταίες ημέρες», τόνισε κατά τη διάρκεια δημοσιογραφικής διάσκεψης, ο επικεφαλής της Συμβουλευτικής Επιστημονικής Επιτροπής Καθηγητής Κωνσταντίνος Τσιούτης. Υπάρχει ανάγκη, πρόσθεσε, «να συνεχίσουμε προσηλωμένα με την εφαρμογή των υφιστάμενων μέτρων, που έχουν σκοπό να ανακόψουν τις επαφές για να δράσουν ακόμα πιο πολύ και να φθάσουμε σε ένα πιο ασφαλή Φλεβάρη». 

«Ξαναλέω ότι είμαστε σε ψηλά επίπεδα ακόμα, σε κάποιες επαρχίες βλέπουμε να ανεβαίνουν τα ποσοστά, και αν τώρα έχουμε μείωση, έχουμε ένα μεγάλο φορτίο νόσου που θα μετατραπεί σε νοσηλείες», πρόσθεσε, υποδεικνύοντας ότι πρέπει «να περιμένουμε τις επόμενες εβδομάδες για να δούμε εάν θα αρχίσει να βελτιώνεται και το θέμα των νοσηλειών».

Ο στόχος για τις επόμενες ημέρες, είπε, «είναι να δούμε βελτίωση της κατάστασης στα νοσοκομεία, σε συνδυασμό με τους εμβολιασμούς, ώστε να αρχίσουν τα άτομα υψηλού κινδύνου να προστατεύονται».

«Θα χρειαστούν δύο με τρεις εβδομάδες για να δούμε το μέγιστο δυνατό αποτέλεσμα διότι παραμένουμε σε πολύ ψηλά επίπεδα. Κοιτάμε και την αθροιστική επίπτωση των τελευταίων 14 ημέρων, άρα οι τελευταίες 4-5 μέρες, που είδαμε κάποια πτώση, δεν μας λένε και πολλά πράγματα. Και το άλλο είναι τα νοσηλευτήρια, δεν είναι να πέσουν οι νοσηλευόμενοι κάτω από 200 και να πούμε ότι είμαστε εντάξει. Είναι προβληματική η κατάσταση διότι μην ξεχνάμε και τους ανθρώπους που προσέρχονται στα νοσοκομεία με συμπτώματα».

«Δεν πρέπει να περιμένουμε μηδενισμό των κρουσμάτων, δεν θα έχουμε τα αποτελέσματα που είχαμε το καλοκαίρι, αλλά η προσπάθεια είναι να έχουμε μια σημαντική βελτίωση, ώστε να μπούμε με μεγαλύτερη ασφάλεια στον Φεβρουάριο».

Εξηγώντας τον τρόπο με τον οποίο λήφθηκαν τα μέτρα τους προηγούμενους μήνες, ο κ. Τσιούτης ανέφερε ότι «βασικός γνώμονας των μέτρων που έχουν ληφθεί κλιμακωτά από τον Οκτώβριο έχει στόχο τη μείωση των συναθροίσεων, τη μείωση του συνωστισμού, τη μείωση του μέγιστου αριθμού ατόμων και τη μείωση των επαφών. Δεδομένης της κατάστασης που είδαμε κυρίως τον Δεκέμβριο, τα τελευταία μέτρα είχαν στόχο να μειωθεί σιγά-σιγά το φορτίο στην κοινότητα και παρατηρώντας τις εισαγωγές στα νοσοκομεία. Βλέπουμε αρκετούς συμπολίτες μας και να νοσούν και να μπαίνουν στις ΜΕΘ, αλλά δυστυχώς και θανάτους».

Η ηλικία, συνέχισε, «είναι ο πιο σοβαρός παράγοντας κινδύνου και αυτοί (σ.σ. οι ηλικιωμένοι) είναι ο κύριος στόχος προστασίας μας». «Κάποιος άνω των 80 εάν αρρωστήσει με COVID-19 έχει περίπου 25%-30% πιθανότητα να πεθάνει», είπε.

Αναφερόμενος στους ελέγχους που διενεργούνται με τεστ ταχείας διάγνωσης, ο κ. Τσιούτης επεσήμανε ότι «με τη χρήση των ταχέων αντιγονικών τεστ η Κύπρος έχει κάνει πάνω από 600.000 εξετάσεις από τον Νοέμβριο. Πλέον η στόχευση, γίνεται στους οίκους ευγηρίας όπου παρατηρείται ήδη μια σταθερή πτώση, λόγω της έγκαιρης διάγνωσης των περιστατικών».

Επικοινωνία με τον γιατρό, με τα πρώτα συμπτώματα

Οι πολίτες που παρουσιάζουν συμπτώματα, επιβάλλεται να επικοινωνούν χωρίς καθυστέρηση με τον προσωπικό τους γιατρό, τόνισε ο επικεφαλής της επιστημονικής επιτροπής, κατά την αρχική του τοποθέτηση. «Έχει διαπιστωθεί ότι περίπου τα 2/3 των περιστατικών που εντοπίζονται έχουν συμπτώματα κατά τη διάγνωση. Αυτά τα άτομα πρέπει από την αρχή των συμπτωμάτων να επικοινωνούν με τον γιατρό τους για να λαμβάνουν καθοδήγηση». Τα συμπτώματα είναι «βήχας, πονόλαιμος, μυαλγίες, κούραση και όταν υπάρχουν αυτά τα άτομα αντιμετωπίζονται ως ύποπτα περιστατικά κορωνοϊού μέχρι να αποδειχτεί διαφορετικά μέσω εργαστηριακών εξετάσεων».

Σχετικά νέα

X
Translate »