Uncategorized

21η Σεπτεμβρίου, επέτειος απαγχονισμού του Αντρέα Παναγίδη, του Μιχαήλ Κουτσόφτα και του Στέλιου Μαυρομμάτη. 

Σαν σήμερα στις 21 Σεπτεμβρίου 1956, ο Στέλιος Μαυρομμάτης ακολούθησε τον ανηφορικό δρόμο του μαρτυρίου μαζί με τον Ανδρέα Παναγίδη και τον Μιχαήλ Κουτσόφτα, οι τελευταίες σκέψεις τους.

Γράφει στις 18 Σεπτεμβρίου ο Μαυρομμάτης στους γονείς και στα αδέλφια του:

«Σεβαστοί μου γονείς και πολυαγαπημένες μου αδελφές και αδελφέ μου. Σας απευθύνω το τελευταίο μου γράμμα με την ελπίδα πως θα κατορθώσω να ρίξω λίγο βάλσαμο στην πονεμένη σας ψυχή. Τώρα που σας γράφω ευρίσκομαι μέσα στο σκοτεινό κελί της φυλακής μου περιμένοντας με θάρρος και υπομονή τον δήμιο ναρθή να με οδηγήση στον τόπο της εκτελέσεως. Αισθάνομαι τον εαυτόν μου ισχυρόν και γαλήνιον, γιατί έχω τον Χριστόν μέσα μου και είμαι βέβαιος πως θα με βοηθήση μέχρι τέλους. Η τελευταία μου επιθυμία είναι: Να σταθήτε ψύχραιμοι μέχρι τέλους και να προσεύχεσθε για μένα. Δεν θέλω ούτε μοιρολόγια, ούτε θρήνους, παρά μόνο να ευχαριστήτε και να δοξάζετε τον Θεό που με αγάπησε και θέλησε να με πάρει κοντά Του. Θέλω να ξέρετε πως ο υιός και αδελφός σας πέθανε με το χαμόγελο στα χείλη, γιατί κράτησε μέχρι τέλους τον ιερόν όρκον που έδωσε να θυσιαστή χάριν της ελευθερίας της Κύπρου. Να είστε δε βέβαιοι πως γρήγορα θα ανατείλη το άστρον της ελευθερίας και της δικαιοσύνης στο νησί μας, το ψυχρό δε και σκοτεινό χειμώνα των θλίψεων και δοκιμασιών θα επακολουθήση η γλυκειά άνοιξις της γαλήνης και ευτυχίας. Θέλω να είστε υπερήφανοι γιατί ο υιός και αδελφός σας θυσιάστηκε για την κοινήν ελευθερίαν…».

Ο Μιχαήλ Κουτσόφτας γράφει στη μητέρα του τη γενναία μάνα που του τραγουδά:

«Μιχάλη μου αγγελόκαρδε, αγγελοκαμωμένε, άγγελέ μου, Μιχάλη μου, άγγελε των αγγέλων»: «Σεβαστή μου μητέρα χαίρε,… οι μόνες λέξεις που μπορούν να ακούσουν από τα χείλη μας οι δυνάσται είναι αυταί: Ελευθερία ή Θάνατος. Αυτές τις λέξεις τις μάθανε και αυτοί οι τοίχοι των φυλακών. Και οι φυλακές αυτές, οι πέτρες ακόμα, το γνωρίζουν, ότι είναι άδικο να κλειδώνονται αθώοι μέσα στα σίδερα με μόνη την κατηγορία ότι είναι Έλληνες της Κύπρου».

Και η μάνα του, του απαντά:

«Μη φοβηθείς τον θάνατο. Να παραδώσεις όμορφη ψυχή, γαληνεμένη». Όταν ο συναγωνιστής του Παρασκευάς Χοιροπούλης τον επισκέφθηκε μια μέρα πριν την εκτέλεση, για να τον αποχαιρετήσει, του μίλησε κοιτάζοντάς τον στα μάτια και ό,τι του είπε μένουν ιερή παρακαταθήκη για μας σήμερα: «Δεν μαραζώνω που θα πεθάνω, διότι είμαι παιδί (ήταν 20 χρονών), αλλά διότι δεν θα μπορέσω να δω ελεύθερη την Κύπρο έστω και διά ένα λεπτόν και θέλω να εκδικηθής το αίμα μας, που ο Διγενής θα το εκδικηθεί χίλιες φορές. Θέλω να μη μαραζώνω διότι αύριο θα πεθάνω. Αν ήμουν κλέφτης θα έκλαια. Ό,τι έκαμα ήταν για ένα σκοπό. Πεθαίνω για την Πατρίδα… θέλω να δώσης θάρρος στη μάνα μας και να της πης να μην κλαίη και μαραζώνη. Να της πης ότι εγώ πάω με το κεφάλι ψηλά, διχώς να φοβηθώ τον θάνατον. Έτσι πεθαίνουν οι λεβέντες».

«Πεθαίνω για χάρη μιας μεγάλης ιδέας»

Ο Αντρέας Παναγίδης προς τα παιδιά και την γυναίκα του:

«Από τα προπύλαια του θανάτου, λατρευτά μου παιδιά, σας αφήνω για πάντα, στην τόσο νεαρή μου ηλικία. Στα 22 μου χρόνια πεθαίνω για χάρη μιας μεγάλης ιδέας. Κάποτε η μάνα σας και οι θείοι σας θα σας αναπτύξουν γιατί εκτελέσθηκα. Σας εύχομαι αγαπημένα μου παιδιά να γινήτε καλοί Χριστιανοί και καλοί Έλληνες Κύπριοι».

Μετά το τριπλό απαγχονισμό των Ανδρέα Παναγίδη, Μιχαήλ Κουτσόφτα και του Στέλιου Μαυρομάτη ο Παλληκαρίδης γράφει το τελευταίο «τρίο απαγχονισμού», ο έφηβος ποιητής για τους απαγχονισθέντες συναγωνιστές του Παναγίδη, Κουτσόφτα και Μαυρομμάτη:

«Γιατί μαυρίζει ο ουρανός κι ας είναι καλοκαίρι
λες κι η αυγή κατάμαυρο χαπάρι θα μας φέρει.
Και να! Χτυπούνε πένθιμα κάθε χωριού καμπάνες
κλαίνε μαζί τρεις μάνες, μαζί των κι όλη η γη.
Κι είναι γλυκό το κλάμα τους, από χαρά λες κλαίνε
λόγια Σουλιώτου λένε στην πένθιμη σιγή.
Ποτέ δε θα πεθάνουνε, όσοι πεθάναν σήμερα.
Και της σκλαβιάς τα σίδερα θα σπάσουν κάποια μέρα
και θ’ ακουστούν ελεύθερα τραγούδια πέρα ως πέρα
στο ελληνικό νησί».

Σχετικά νέα

X
Translate »