Κοινωνία

«Ξεφτίλα να ζω με 460 ευρώ»-Το τεράστιο χάσμα των συντάξεων

Το τεράστιο χάσμα των συντάξεων μεταξύ ιδιωτικού και δημοσίου τομέα κατέγραψε επίσκεψη του Reporter σε δύο καφενεία προσφυγικών οικισμών.
Λιγότερα από 500 ευρώ οι μεν, άνω των 1.300 το κατώτατο οι δε, περιττό μάλλον να σχολιάσει κανείς τη μεγάλη ανισότητα, αλλά και το ποιος από τους δύο μπορεί να ανταποκριθεί στο σημερινό κόστος ζωής.
Καμιά πάντως διάθεση για μοιρολατρία, «άμα έχουμε ένα πιάτο φαγητό να φάμε, όλα καλά», είπαν περίπου οι χαμηλοσυνταξιούχοι.

Η γυναίκα είχε και εδώ την παρουσία της και παρόλο που κουβαλά τα περισσότερα βάρη, φαίνεται και στο συνταξιοδοτικό το πόσο υποβαθμισμένη είναι η θέση της. Ενδεικτικά οι δύο Χρυστάλλες που συναντήσαμε ηλικίας 73 και 75 ετών, οι οποίες εκτός από τον ίδιο όνομα έτυχε να είναι και οι διαχειρίστριες των δύο καφενείων, λαμβάνουν η μία σύνταξη  380 ευρώ και η άλλη 340…

Ο κ. Ηρόδοτος, 80 ετών, τον οποίο συναντήσαμε στο πρώτο καφενείο, βγήκε στη βιοπάλη από μικρός και πέρασε από διάφορα επαγγέλματα του ιδιωτικού τομέα. Η σύνταξη που λάμβανε ανερχόταν στα 470 ευρώ και με την εφαρμογή του ΓΕΣΥ μειώθηκε στα 460. Ο ίδιος χαρακτηρίζει ως εξευτελιστικό αυτό το ποσό για έναν ηλικιωμένο που μπορεί να μην έχει βοήθεια από κάποιο συγγενικό του πρόσωπο.

«Είναι αυτή σύνταξη για να ζήσει ένας άνθρωπος με το σημερινό κόστος ζωής;», διερωτήθηκε, για να σπεύσει ωστόσο να σημειώσει ότι ο ίδιος αισθάνεται τυχερός επειδή παντρεύτηκε μικρή γυναίκα που εξακολουθεί να εργάζεται.

«Εγώ δεν έχω παράπονο, να είναι καλά η γυναίκα που ακόμα δουλεύει. Αν όμως ήμουν μόνος μου και εάν υπολογίσεις μόνο το ρεύμα πέρα από αυτά που χρειάζονται για να φας, να πλυθείς και να πάρεις φάρμακα, εάν επίσης υπολογίσεις ένα τραπέζι που θέλεις να κάνεις στα παιδιά σου τις γιορτές και κάποια δώρα που θέλεις να πάρεις στα εγγόνια σου, τα 460 ευρώ είναι ξεφτίλα», ανέφερε ο κ. Ηρόδοτος.

Ο κύριος Φαίδωνας, 73 ετών, διατηρούσε κατάστημα με ταπετσαρίες στη Μόρφου, ενώ μετά την εισβολή εργάστηκε στα φορτηγά και στα αστικά λεωφορεία. Θα μπορούσε να τον χαρακτηρίσει κανείς ως τυχερό-άτυχο αφού μαζί με τη σύζυγό του λαμβάνουν μια αξιοπρεπή σύνταξη που ανέρχεται περίπου στα 1.600 ευρώ.
Ωστόσο ο ίδιος είναι σχεδόν τυφλός, η σύζυγος αντιμετωπίζει εξίσου σοβαρά προβλήματα υγείας και εκείνο ουσιαστικά που σώζει την κατάσταση είναι το επίδομα για την αναπηρία στα μάτια του κ. Φαίδωνα. Υπό διαφορετικές συνθήκες θα λάμβαναν με τη σύζυγό του γύρω στα 1.300 ευρώ.
«Δόξα τον Θεό, δεν μπορεί να έχω παράπονο», ανέφερε ο 73χρονος.

Ο κύριος Ηλίας, 69 ετών, εργαζόταν για πολλά χρόνια στην Κάρλσπερκ και παρόλο που αρνήθηκε να αποκαλύψει το ακριβές ύψος της σύνταξής του, εντούτοις ανέφερε ότι ξεπερνά τα 800 ευρώ.

«Ευχαριστώ τον κ. Φωτιάδη, ήταν ένας από τους καλύτερους εργοδότες. Πάντα πηγαίνω στα μνημόσυνά του και ανάβω ένα κερί στη μνήμη του γιατί σεβόταν τους εργαζόμενους. Εγώ δούλευα 49 χρόνια κοντά του και σήμερα αισθάνομαι τυχερός για τη σύνταξη που λαμβάνω», ανέφερε ο κ. Ηλίας.

Οι άλλοι δύο άντρες που συναντήσαμε στο καφενείο του συνοικισμού, ο κ. Αντρέας, 85 ετών και ο κ. Κώστας, 72 ετών, είναι συνταξιούχοι του δημοσίου. Εργάζονταν και οι δύο ως κλητήρες – ο πρώτος στις Κοινωνικές Ασφαλίσεις και ο δεύτερος στο Κτηματολόγιο – και η σύνταξη που λαμβάνουν ανέρχεται περίπου στα 1.500 ευρώ.

«Δεν έχουμε κανένα πρόβλημα», μας ανέφεραν και οι δύο, ενώ ο κ. Κώστας είχε και άποψη για εκείνους που λαμβάνουν χαμηλές συντάξεις. «Όλους εν καλή η σύνταξή τους. Εκείνους που δεν είναι καλή είναι επειδή δεν έβαζαν κοινωνικές ασφαλίσεις και αντί το κράτος να τους τιμωρεί, έρχεται και τους επιχορηγεί…», ανέφερε.

Ακόμα δύο από τους θαμώνες του καφενείου ήταν πρώην κυβερνητικοί υπάλληλοι. Δεν θέλησαν ωστόσο να πουν οτιδήποτε, ούτε να αποκαλύψουν το ύψος της σύνταξής τους. Την «εξήγηση» έδωσε ο κ. Ηρόδοτος που ήταν το… πειραχτήρι της παρέας. «Άμα εν σου λαλούν πόση εν η σύνταξή τους, πιάνουν πολλά…», είπε αστειευόμενος.

Διαχειρίστρια του καφενείου είναι η κυρία Χρυστάλλα, 73 ετών. Εργαζόταν για χρόνια σε εργοστάσιο με καραμέλες και αποτελεί την άλλη όψη του νομίσματος που επιβεβαιώνει τις μισθολογικές διαφορές μεταξύ αντρών και γυναικών. Λάμβανε 350 ευρώ σύνταξη και με την εφαρμογή του ΓΕΣΥ μειώθηκε στα 340, ενώ «κουτσά στραβά», όπως ανέφερε, τα βγάζουν πέρα λόγω και της σύνταξης του συζύγου που ανέρχεται στα 450 ευρώ.

«Ρεύματα, τηλέφωνα, γιατροί, φόροι, έχουμε παιδιά και εγγόνια που χρειάζονται βοήθεια. Πόσα άλλα να πεις, αλλά δόξα τον Θεό, τα καταφέρνουμε», σημείωσε η κ. Χρυστάλλα.

Στο καφενείο του δεύτερου συνοικισμού συναντήσαμε την συνονόματη της κυρίας Χρυστάλλας, ηλικίας 75 ετών. Είναι επίσης η διαχειρίστρια και έγινε «μπουφετζίνα» όταν έκλεισε το εργοστάσιο παπουτσιών στο οποίο εργαζόταν από την παιδική της ηλικία. Σήμερα η σύνταξη της ίδιας ανέρχεται στα 380 ευρώ και του συζύγου στα 350 και η ίδια διερωτάται εάν μπορεί με αυτά τα χρήματα να ζήσει ένας άνθρωπος.

«Θέλεις δεν θέλεις θα τα βγάλεις πέρα, αλλά εκαταντήσαν μας να περπατούμε τζαι να παραμιλούμε», ανέφερε η κ. Χρυστάλλα.
Ανάμεσα στους θαμώνες και ο κύριος Σίμος, 73 ετών. Παρόλο που εργαζόταν ως οικοδόμος και όπως είπε ο ίδιος, δεν τους έβαζαν κανονικά κοινωνικές ασφαλίσεις, εντούτοις αισθάνεται τυχερός που λαμβάνει μία σύνταξη γύρω στα 900 ευρώ. Έσπευσε ωστόσο να σημειώσει ότι με το σημερινό κόστος ζωής δεν είναι εύκολο να τα βγάλεις πέρα.
Θαμώνας του καφενείου και ένας συνταξιούχος διευθυντής του δημοσίου, ο οποίος αρκέστηκε να μας υποδείξει ότι αφυπηρέτησε στην κλίμακα Α15. Τα υπόλοιπα είναι περιττά, μιλούμε για την ελίτ των συνταξιούχων του Δημοσίου…

Τέλος ο κ. Αντρέας, 74 ετών, απασχολείτο ως οδηγός σε κυβερνητική υπηρεσία. Καθόλου ευκαταφρόνητη η σύνταξή του καθώς ανέρχεται στα 1300 ευρώ, θεωρεί όμως ότι με το σημερινό κόστος ζωής δεν μπορείς «να λες και ευχαριστώ» γι’ αυτό το ποσό.

Σχετικά νέα

X
Translate »