CoronaVirus

Πιο ευάλωτη η οικονομία στο δεύτερο κύμα

Το πρώτο κύμα της πανδημίας του κορωνοϊού βρήκε την Κύπρο με πλεόνασμα €164,2 εκατ. και τα μέτρα που λήφθηκαν για στήριξη επιχειρήσεων και εργαζομένων είχαν κόστος €1,2 δισ. Το δεύτερο κύμα του COVID-19,  που είναι ακόμα ισχυρότερο, βρίσκει την οικονομία περισσότερο ευάλωτη και με έλλειμμα €695,7 εκατ.

Είναι ήδη επηρεασμένη από το πρώτο κύμα της πανδημίας, που, κατά τους λοιμωξιολόγους, απειλεί να δώσει τη θέση του σε υποτροπή μεγάλης κλίμακας.

Όταν ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Νίκος Αναστασιάδης, ανακοίνωσε τον Μάρτιο τα μέτρα – αντίδοτο απέναντι στο πρώτο κύμα της πανδημίας του κορωνοϊού, έδινε απλόχερα στις επιχειρήσεις και τους εργαζόμενους, έχοντας ως «ασφάλεια» τα γεμάτα ταμεία και τα πλεονάσματα. Τώρα, όμως, το «λίπος» εξαντλήθηκε και τα ταμεία έχουν από τον Απρίλιο ως «μαξιλάρι» ασφαλείας μόνο τα δανεικά (σύνολο €1,75 δισ.) από τις διεθνείς αγορές, τα οποία και αυτά θα εξαντληθούν κάποια στιγμή. Μπροστά στο δεύτερο κύμα του κορωνοϊού, ο Πρόεδρος δεν μπoρεί να βάλει βαθιά το χέρι στην τσέπη και πρέπει να κινηθεί σε τεντωμένο σκοινί, μεταξύ δημοσιονομικής και υγειονομικής κρίσης. Το μεγάλο ζήτημα, βέβαια, παραμένει το πώς η διασφάλιση των δημόσιων οικονομικών θα εξασφαλίσει την απαραίτητη στήριξη του ιδιωτικού τομέα, ο οποίος θα αντιμετωπίσει τις μεγαλύτερες πιέσεις από τον Νοέμβριο και μέχρι το τέλος του έτους.

Το κράτος πρέπει να καλύψει τις τρύπες που έχει δημιουργήσει στα έσοδα το lockdown και αφετέρου τις έκτακτες δαπάνες που έχουν υλοποιηθεί μέχρι σήμερα. Οι δυνατότητες της κυβέρνησης είναι πλέον πολύ περιορισμένες. Το Υπουργείο Οικονομικών έχει διαμηνύσει ότι η αναστολή των δραστηριοτήτων τομέων της οικονομίας οδηγεί σε σημαντική αύξηση των χρηματοδοτικών αναγκών του κράτους και επιβαρύνει σημαντικά τα δημόσια οικονομικά, περιλαμβανομένης της μείωσης των κρατικών εσόδων.

Στο πρώτο κύμα της πανδημίας υπήρχε η προσδοκία ότι η κατάσταση στον τουρισμό θα ανέκαμπτε, έστω και μερικώς, τον Ιούλιο, τον Αύγουστο και τον Σεπτέμβριο, αλλά στην πορεία κάθε θετική πρόβλεψη διαψεύστηκε. Ο τουρισμός έχει μετατραπεί στον μεγάλο ασθενή και για τον επιχειρηματικό κόσμο αλλά και για την απασχόληση. Στον τομέα αυτό, οι εργαζόμενοι ανέμεναν χθες βράδυ από την υπουργό Εργασίας Ζέτα Αιμιλιανίδου να εξαγγείλει νέα μέτρα και επιδόματα. Για όσο διάστημα δεν υπάρχει εμβόλιο μαζικής χρήσης ή άλλο άμεσης δράσης φάρμακο, ο τουρισμός, με όλα τα συναφή επαγγέλματα, θα παραπαίει.

Στο πρώτο κύμα της πανδημίας, εξάλλου, ο τομέας των ακινήτων, ακόμη και μέσω των πολιτογραφήσεων, έδινε ακόμα ανάσες στην οικονομία και το κράτος. Θετικό σημείο αναφοράς, εν μέσω του δεύτερου κύματος της πανδημίας, παραμένει ο Οκτώβριος, με τον αριθμό των πωλητηρίων εγγράφων να ανεβαίνει στο ψηλότερο σημείο από τον Μάιο του 2019. Μεγαλύτερη απειλή παραμένει το σοβαρό πλέον ενδεχόμενο λουκέτων σε επιχειρήσεις και η κατακόρυφη αύξηση της ανεργίας, αν η πανδημία συνεχιστεί για μεγάλο χρονικό διάστημα. Φυσικά υπάρχει και η προοπτική των χρημάτων (δάνειο) από τα ευρωπαϊκά ταμεία, όπως τα €160 εκατ. από το ταμείο SURE, για στήριξη των εργαζομένων.

Ρευστό για να καλύψει ανάγκες 12 μηνών διαθέτει το κράτος

Ρευστά διαθέσιμα, τα οποία τον Αύγουστο ανέρχονταν στα €4,8 δισ., έχει το κράτος για να καλύψει τις χρηματοδοτικές του ανάγκες των επόμενων 12 μηνών. Όπως αναφέρει έκθεση μεσοπρόθεσμης στρατηγικής διαχείρισης δημόσιου χρέους 2021-2023 «η διατήρηση ρευστών διαθεσίμων για κάλυψη των χρηματοδοτικών αναγκών των επόμενων 9-12 μηνών, ως ο στόχος που περιλήφθηκε στην ΜΣΔΔΧ, ικανοποιείται καθ’ όλη τη διάρκεια του 2020, με τα ρευστά διαθέσιμα στο τέλος Αυγούστου 2020 να ανέρχονται στα €4,8 δισ., ποσό το οποίο υπερκαλύπτει τις χρηματοδοτικές ανάγκες των επόμενων 12 μηνών. Αξίζει να σημειωθεί ότι η αύξηση του χρέους κατά €4,4 δισ. στο τέλος Αυγούστου 2020, σε σύγκριση με το τέλος του 2019, αντισταθμίζεται από την αύξηση των ρευστών διαθεσίμων του κράτους κατά €3,8 δισ. την αντίστοιχη περίοδο, προκειμένου η Κυπριακή Δημοκρατία να είναι σε θέση να αντιμετωπίσει ενδεχόμενες δημοσιονομικές ανάγκες από μια νέα έξαρση της πανδημίας Covid-19 το φθινόπωρο του 2020».

Στην έκθεση σημειώνειται επίσης ότι «μολονότι η πιστοληπτική αξιολόγηση της Κυπριακής Δημοκρατίας διατηρείται στην επενδυτική κατηγορία από τρεις οίκους αξιολόγησης με βαθμολογία ΒΒΒ- /ΒΒΒ(L), εντούτοις η προοπτική από τους εν λόγω οίκους παραμένει σταθερή, σηματοδοτώντας τον κίνδυνο αλλαγής της προοπτικής σε αρνητική, σε περίπτωση εκτροχιασμού των δημόσιων οικονομικών, κυρίως λόγω της πανδημίας Covid-19. Αξίζει να σημειωθεί ότι οποιαδήποτε αλλαγή της προοπτικής και/ή της επενδυτικής κατηγορίας αξιολόγησης θα έχει σημαντική επίπτωση στο κόστος δανεισμού της Κυπριακής Δημοκρατίας και ουσιαστικά περιορισμό των κυβερνητικών ομολόγων από πράξεις νομισματικής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας στις κεφαλαιαγορές. Επιπλέον, ενδεχόμενη αύξηση των ετήσιων ακαθάριστων χρηματοδοτικών αναγκών ενδέχεται να επηρεάσει το ύψος άντλησης κεφαλαίων από τις διεθνείς αγορές και να οδηγήσει τον δανεισμό εκτός ενός αποδεκτού και διαχειρίσιμου ορίου κινδύνου. Ως ακολούθως, αυτό μπορεί να οδηγήσει στην άντληση κεφαλαίων από την εγχώρια αγορά, με υψηλότερο κατά πάσα πιθανότητα κόστος δανεισμού και με αρνητική επίδραση στη συνολική ενεργό ζήτηση της οικονομίας».

Η περίοδος στρατηγικής 2021-2023 χαρακτηρίζεται από διαχειρίσιμες χρηματοδοτικές ανάγκες, παρά την επίδραση της πανδημίας Covid-19 στα δημόσια οικονομικά. Σύμφωνα με το Γραφείο Διαχείρισης Δημόσιου Χρέους, τα έτη 2021-2023 χαρακτηρίζονται από χαμηλές έως μέτριες χρηματοδοτικές ανάγκες. Σε σχέση με το μέγεθος της οικονομίας, οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες θα κυμανθούν μεταξύ 6% και 11% του ΑΕΠ, κατά την τριετή περίοδο.

Σχετικά νέα

X
Translate »